«Και πού θα βρεθούν οι άξιοι πολιτικοί, που θα προτάξουν στη σημερινή κρίση το χρέος τους, αδιαφορώντας για το κομματικό και προσωπικό κόστος;». Αυτή ήταν περίπου η κοινή ένσταση δύο παλαιμάχων βουλευτών από το ΠΑΣΟΚ και τη Ν. Δ. στα όσα έγραψα την περασμένη Κυριακή. Δηλαδή αυτούς ψηφίζει ο ελληνικός λαός, αυτούς έχουμε. Ομως δεν είναι έτσι. Στις αμέσως επόμενες μέρες ο κ. Παπανδρέου θα δώσει την κρισιμότερη μάχη του για την απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας, την εξυγίανση των ΔΕΚΟ, την επιβολή των όρων του Μνημονίου στον δημόσιο τομέα. Αντίπαλός του είναι το «βαθύ ΠΑΣΟΚ» με πρωτοπαλίκαρα τον κ. Ν. Φωτόπουλο, πρόεδρο της ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ, τον κ. Σπύρο Παπασπύρο, πρόεδρο της ΑΔΕΔΥ, τον κ. Γ. Παναγόπουλο, πρόεδρο της ΓΣΕΕ, τον κ. Θανάση Λεβέντη, γεν. γραμματέα της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Σιδηροδρομικών, κ. ά. Ολοι τους είναι, επί 30ετία και πλέον, ενεργά και πανίσχυρα στελέχη του κυβερνώντος κόμματος. (Οπως και ο κ. Γ. Τσάμης, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Βυτιοφόρων, ο οποίος προ 10ημέρου έπεσε «ηρωικά», μαχόμενος όχι με το κόμμα του, αλλά μετά την πανελλήνια κατακραυγή που προκάλεσε η ιταμή στάση του.)
Ολοι αυτοί ήταν -τουλάχιστον μέχρι σήμερα- «καταξιωμένοι σύντροφοι», που προσέφεραν «ανεκτίμητες» υπηρεσίες στο κόμμα τους και περίμεναν εύλογα την επιβράβευσή τους. Δηλαδή την απονομή του βουλευτικού αξιώματος και μετά, ανάλογα με την «προσφορά» τους, την υπουργοποίησή τους. Αυτό συνέβη με τους περισσότερους προκατόχους των συνδικαλιστικών τους πόστων. Ηταν ένας απαράβατος κανόνας, που είχαν θεσπίσει και τα δύο μεγάλα κόμματα. Ας μην ξεχνάμε πως ο κ. Κώστας Καραμανλής «ανακήρυξε» ευρωβουλευτές στις προ έτους εκλογές, τον πρόεδρο της ΔΑΚΕ κ. Κ. Πουπάκη και τον πρόεδρο της ΟΝΝΕΔ κ. Γ. Παπανικολάου. Δηλαδή δύο κομματικούς «αξιωματούχους», πανάσχετους με το αξίωμα του ευρωβουλευτή.
Οπως έχουμε γράψει και άλλοτε είναι τοις πάσι γνωστόν ότι οι κομματικοί συνδικαλιστές διαμοίραζαν πάντοτε τις εξουσίες των οργανισμών ή των δημοσίων επιχειρήσεων, ανάλογα με το κόμμα που βρισκόταν στην κυβέρνηση. Οτι συνδιοικούν, ακόμη και σήμερα, με τους εκάστοτε διοριζόμενους επικεφαλής. Οτι έχουν τον πρώτο λόγο για τις αμοιβές, τις προαγωγές, τις ευμενείς μεταθέσεις, κ. λπ. των εργαζομένων, οι οποίες «αποφασίζονται» με ποσοστώσεις και ανάλογα με την εκλογική δύναμη των κομμάτων τους. Είναι περιττόν, τέλος, να αναφερθούμε στον ρόλο και τις ευθύνες του κομματικού συνδικαλισμού, ως προς τα τεράστια ελλείμματα ή τη χρεοκοπία των ΔΕΚΟ, την προβληματική και αναχρονιστική προσφορά τους προς το κοινό, τη δημιουργία και τη μακροημέρευση της διαφθοράς στον δημόσιο τομέα. Αυτή τη Λερναία Υδρα καλούνται να εξοντώσουν, πρωτίστως το ΠΑΣΟΚ, που την γέννησε και καλείται ως κυβέρνηση να καταστεί παιδοκτόνος και δευτερευόντως η Ν. Δ., που την υιοθέτησε, ως κομματωφέλιμο πολιτικό όπλο.
Φυσικά υπήρξαν και άλλα φυτώρια «υποψηφίων» βουλευτών, όπως οι τοπικές οργανώσεις, οι «λαοφιλείς» καλλιτέχνες, οι «φίλιοι» δημοσιογράφοι, τα μεγάλα πολιτικά τζάκια και ο νεποτισμός. Αυτούς επέλεγαν επί δεκαετίες ως υποψηφίους βουλευτές οι κομματικές ηγεσίες και κυρίως μεταξύ αυτών έκαναν την «εκλογή» τους οι ψηφοφόροι. Ετσι, ο κ. Παπανδρέου σιωπηρώς, μέσω του αναμενόμενου ανασχηματισμού, προσπαθεί να απαλλάξει την κυβέρνησή του από τα πρόσωπα που ανήκουν ή επηρεάζονται από το «βαθύ ΠΑΣΟΚ». Αντίστοιχα, ο κ. Σαμαράς πασχίζει, εν όψει των εκλογών της τοπικής αυτοδιοικήσεως, να βρει «άφθαρτους» υποψηφίους. Δηλαδή πρόσωπα που δεν έχουν κομματική «προϋπηρεσία» και -κατ’ επέκτασιν- δεν βαρύνονται με το στίγμα της πολιτικής φθοράς, όπως την αντιλαμβάνεται και την αποδοκιμάζει σήμερα η πλειονότητα των ψηφοφόρων.
Με άλλους λόγους οι ηγεσίες, τόσο του ΠΑΣΟΚ όσο και της Ν. Δ., δείχνουν να έχουν πλήρως αντιληφθεί τα πραγματικά αίτια της πολιτικής αναξιοκρατίας, η οποία εν πολλοίς έχει επικρατήσει στον δημόσιο βίο της χώρας. Φυσικά, αφού η συνακόλουθη αποδοκιμασία έχει καταγραφεί εντονότατα στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις του περασμένου χρόνου, αφού επιτείνεται συνεχώς κατά τις δημοσκοπήσεις και τέλος αφού η έλλειψη άξιου πολιτικού δυναμικού αναδεικνύεται σήμερα απειλητικότερα από ποτέ, εξαιτίας της οικονομικο-κοινωνικής κρίσεως, που έχει πλήξει τη χώρα. Ωστόσο, η αναγνώριση των αιτίων της αναξιοκρατίας δεν επαρκεί για την εξάλειψή της. Ούτε είναι δυνατόν να καταπολεμηθεί με την «επιλεκτική» απομάκρυνση των παγκοίνως γνωστών φαύλων ή ανικάνων πολιτικών, αλλ’ ούτε σιωπηρώς, με τον ηλικιακό παροπλισμό των εφθαρμένων και την συν τω χρόνω ανανέωση του πολιτικού δυναμικού. Η ορθή διάγνωση απαιτεί και άμεση επέμβαση.
Τουλάχιστον τα δύο κόμματα εξουσίας οφείλουν να συμπράξουν στη σύνταξη και στην ψήφιση του νέου εκλογικού νόμου, με πρωταρχικό στόχο την εξυγίανση και την αναβάθμιση της πολιτικής μας ζωής. Ο περιορισμός του αριθμού των βουλευτών από 300 σε 200, η ανακατανομή της χώρας σε μεγαλύτερες και λιγότερες εκλογικές περιφέρειες, η καθιέρωση ασυμβιβάστου μεταξύ βουλευτικού και υπουργικού αξιώματος, κ. ά., είναι ήδη μερικά από τα μέτρα, που έχουν προταθεί και κατατείνουν στον παραπάνω στόχο. Είναι μέτρα προφανώς επώδυνα, πιθανώς και επικίνδυνα για τις ηγεσίες των δύο μεγάλων κομμάτων. Ομως, προτού επιδιωχθεί η αναβάθμιση της ποιότητος και της αξίας του πολιτικού μας δυναμικού, επιβάλλεται να αποδειχθεί η ηγετική αξιοσύνη των κ. Γ. Παπανδρέου και Αντ. Σαμαρά. Συνεπώς «Ιδού η Ρόδος», για τους δύο πολιτικούς αρχηγούς...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου